"...Διαριγνύοντας του κόσμου την εικόνα κι αφήνοντας το κενό, ένα μπάσταρδο κενό,
κι ακροπατώντας στις λέξεις πάνω, όπως σε καρφιά και λεπίδες, και διστάζοντας πολύ, σε σύγχυση πλέεις κα πηγαίνει και έρχεται ο φόβος με το φύσημα του αγέρα και με κάθε αναπνοή πνίγεται η ζωή σου, όπως μέσα στη μαύρη θάλασσα μια χειμωνιάτικη νύχτα, κι ας λάμπει ο ήλιος, κι ας γελούν τα λουλούδια - άλλο δεν ξέρουν - και τρέχει η ζωή παρασυρμένη απ' το θάνατο...
Μαζί είτε χωριστά κυλάμε σα βράχια προς τον πάτο της γης, κατρακυλάμε, πέφτουμε χωρίς επιστροφή...
Σάμπως πανώλη φοβερή η φρίκη πάει κι έρχεται και αλωνίζει μες στο αλώνι σου και ο νους μικρός υποχωρεί και σωριάζεται ανήμπορος...
σα σκιάχτρο το σώμα σου από άχυρο και πονά, ο αέρας να το παρασέρνει κομμάτι κομμάτι, κατοικία φιδιών και εντόμων...
ευγλωτία η πικρότατη πίκρα και η απελπισία που λαλίστατη σου γλείφει το αυτί κι ο νούς ολάνθιστος να καμαρώνει πως μπορεί
μα είναι αυτός που από τη ρίζα ξεπατώθηκε σαν είδε το ανάστημα κάτω, γνωρίζοντας πως κούφια είναι η γη και κάτω απ' τα πόδια μας το σκοτάδι των νεκρών αντηχεί στις έκατόμβες...
ο νους είναι ο ασθενής και νοσεί, και μαζί του το σώμα πάσχει όπως σε καθρέπτη..."
Ν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου