Πέμπτη 30 Απριλίου 2009

"... Home ..."




"... και τα ρούχα αυτά σιγά σιγά τα φορέσαμε σ' αυτά τα σώματα
κι απλώνονται τώρα με το χαρακτήρα του αναπάντεχου
όπου καιρό έχει το φως να αναλυθεί και να αναλύσει
έτσι καθώς αγκαλιάζει σχεδόν αμέτοχο ..."

"... αχ κλείνω τα μάτια και μόνο το κενό αντικρύζω
ένα μαύρο κενό με διάστικτες τιποτένιες εκλάμψεις
κι από το ναό σου δεν περνώ πια
γιατί δε σε πιστεύω ..."

Ν.

Τρίτη 28 Απριλίου 2009

'Mal du depart'

"..I will stay always an ideal and worthless lover of distant travels and blue seas, and I will die one night as all the other nights, without threading the misty line of the horizons..." Ν.Καββαδίας

oil on wood (1955) Mario Deluigi

".. Λόγια μεγάλα πάλι και πάλι λόγια, ατόπημα και ενοχή και κάθαρση. –Την άλλη κιόλας τη στιγμή μετανοώ και επανέρχομαι. Και πάλι πίσω, επαίτης στην τυραννία των 'θέλω'!. Συνισταμένες ψεύτικες(;) πάλι θα με πλανέψουν, σαν πρόκληση και σαν υπόσχεση απατηλή για μια ισορροπία επισφαλή κι εφήμερη και άνεμος περαστικός και Λίβας.. Κι αλήθεια -αυτή η 'αλήθεια' σου, προορισμός της διαφυγής μου και καύμα της ερήμου κι αντικατοπτρισμός και χίμαιρα.. Κι εδώ, της νύχτας η ορθογραφία και οι συλλαβές, οι ανορθόγραφες και οι άτονες, χωρίς χροιά. Στο δέρμα το εντός μου, καύματα και ξεσκίσματα και των ονείρων ράκη και πλέγμα των χεριών αμήχανο κάτω απ το προσκέφαλο. Η παράλυση των αρθρώσεων και η άρθρωση των φθόγγων, γραμμές στη σκόνη και κύκλοι ομόκεντροι -χοροί κυκλωτικοί και παραζάλη. Στις λασπωμένες, στις λασπωμένες τις λακκούβες, όμορφα σχήματα εφήμερα σε υπνοβασίας βήματα. Θα καταλήξουμε εκεί που η απορία δε θάχει λόγο πια. Εκεί θα καταλήξουμε με μάτια έκπληκτα ψηλαφίζοντας με τ ακροδάχτυλα στην ασάφεια του μουχρώματος. Το αίμα, το αίμα μου που φέρω, θα μεταφέρω στα μάτια να δει την όψη της αλήθειας και της απορίας σου. Και απόδειξη να γίνει η παρουσία των ρανίδων στα μάτια μου. Απόδειξη σύμπτωσης στην ίδια κοίτη, της μνήμης των πόνων σου και των φόβων της μνήμης μου.. Κι ακολουθία πρώτων αριθμών, μοναχικών και μόνων σε νύχτες και σε σκοτεινά δωμάτια της περισυλλογής ή της διάχυσης σε σύμπαντα αδιάφορα και ξένα σαν σώματα μιαρά. Απλές φωτογραφίες είμαστε, χάρτινες, σε αδιάβροχες κορνίζες σαν όλες τις ζωές που πέρασαν σκυφτές κάτω απ τις νεραντζιές με τα λουλούδια και τα φορτωμένα κλαριά, να κλέψουν λίγο άρωμα, να βάλουν, να τρυπώσουν στα πνευμόνια λίγη γύρη, να κάνουν τα νυχτέρια τ ανέλπιδα υποφερτά και κατευόδιο.. Κι εκεί, κοντά στους ανεμόμυλους, ιδανικοί και ανάξιοι εραστές των πόντων, των ψηφίδων και των όστρακων θα μείνουμε, σε βάθη απίθανα και υπέροχα και απρόσιτα μα, πάντα δύσκολα να πιστευτούν όταν εικόνες τους και είδωλα φλογίζουνε τα μάτια μας και ξεπηδούν σ επίρρωση των λόγων μας μιλώντας. Και πάντα στη σκιά, στο μούχρωμα σαν όλες τις χαμένες ψηφίδες, περνάμε και χανόμαστε ανύποπτοι. Εμείς, αυτόχειρες ιδανικοί, στων ποντισμένων 'άπιαστων' ονείρων μας να δίνουμε 'παρόν', σε μιας αιωνιότητας καρτέρεμα για μιας στιγμής προσέγγιση αιωνιότητας .."

A^j^

Σάββατο 25 Απριλίου 2009

"... από τα χέρια μου, η βελόνα και η μοίρα, α! ανάμεσα στα σιδερένια πόδια, κομμένη πεταμένη, κι εγώ, σταγόνα σταγόνα ..."



"... Σήμερα, τώρα, από το πρωί ως το βράδυ, έξυσα το δέρμα μου, έσκαψα το δέρμα μου, ξύρισα το δέρμα μου
άναψα όλα τα φώτα
κι έτσι, με τον τρόπο αυτό, περιμένοντας ολόκληρη τη ζωή μου, από το πρωί ως το βράδυ
πέρασε η ζωή
γεμάτη λυρισμούς και φόβο
μικρή ζωή όσο το πέταγμα μιας μέλισσας
χωρίς μελίσσι
και θα χρειαζόταν ένας ωκεανός, ένας ωκεανός ύπνου
να ταξιδέψω στις όχθες μου
και ε'ιναι μια χοάνη, μια δίνη βουνών
που απλώνεται ψηλά και ψηλότερα και ψηλότερα
για να δω το χρόνο, το χρόνο το δικό μου ..."

Ν.

Παρασκευή 24 Απριλίου 2009

"..Et l’obscuritè tout entière pour me rappeler tout cela .."

DSC00450a

Χαλκίδα 20-04-09

“.. Trois allumettes une à une allumées dans la nuit
-La premiére pour voir ton visage tout entier
-La seconde pour voir tes yeux
-La dernière pour voir ta bouche

Et l’obscuritè tout entière pour me rappeler tout cela .
En te serrant dans mes bras ..”

Jacques Prevert

“.. Μαλακά να σβήνουμε τη μέρα μας /κοιτάζοντας τα μάτια /υγρά να κατοπτρίζουν τις φλόγες του κόκκινου /του τρίλυχνου κεριού. /Και μια ησυχία, φλύαρη αισθήματος, /να ισορροπεί σα σχοινοβάτης στην ευθεία /-που νήμα αόρατο ενώνει τις ματιές /και καταργεί το θόρυβο /τριγύρω των ανθρώπων- /Καθώς η θάλασσα ονειρεύεται ένα πέλαγο. /Καθώς η θάλασσα ονειρεύεται έναν ωκεανό. /Καθώς η θάλασσα απλώνει τα μανιασμένα της κοπάδια. /Καθώς η θάλασσα ταπεινή απλώνεται . /Έξω, ακριβώς μια δρασκελιά /απ τ ανοιχτό παράθυρο..

/..Στ' αλήθεια, στ' αλήθεια είμαστε οι ίδιοι στο σκοτάδι; /Η μήπως μέσα σε καθρέφτες αντανάκλασης /αυτή η μορφή ταιριάζει πιότερο /στις σκέψεις /-ή στις προθέσεις μας; /Ή τάχα σταματά στα μάτια μας, /εκεί, που η Άβυσσος καλεί να ποντιστούμε; /Εκεί, που ξέρεις πως δε βγάζει πουθενά, /ούτε ακόμα εκεί, /στις αλυκές με το πικρό τ αλάτι; ..”

"..A bit of Abyss in a glass, a bit of Abyss in clouds of smoke, a bit of Abyss always dark, hungry and unfulfilled. .." sybiris

A^j^

Πέμπτη 23 Απριλίου 2009

"... κι ευτυχώς η σάρκα μας σάρκα γέννησε, που ανθίζει μέσα σε μιαν άνοιξη ..."




"... φύλλα φύλλα η σάρκα μας, βιβλίο που το ξεφυλίζει ο άνεμος
κι από το ορατό, το αόρατο είναι που απλώνεται και κάθεται
μέσα κι έξω
και ακούω λες όλες τις κραυγές τους
δέκα άνθρωποι δέκα γενιές πίσω δέκα πεθαμένοι κάθονται στην πόρτα μου
δέκα πεθαμένοι για τη ζωή που ντύθηκαν τη νύχτα
κι απλώνουν τα χέρια μέσα στα χέρια μου
και ουρλιάζουν οι ζωές τους σαν άρματα μάχης ή σαν πουλιά
και βομβούν οι φλέβες τους όπως η ώρα που περνά
από σένα έχω ένα ψίχουλο κι από σένα ένα κουρέλι λίγες σελίδες μουχλιασμένες
το χειμώνα, ένα δερμάτινο παπούτσι θαμμένο στο χώμα
ένα μελανοδοχείο σκονισμένο και άδειο
ένα λαβύρινθο από βλέννες και κόπρανα
μια στοά από λασπωμένες λέξεις
ένα εμπόριο αίμματος κρυφού
ένα μέλλον πολύκροτο και απρόβλεπτο, όπου μέσα στο ρίγος εξαφανίζεσαι
μαζί με τη γή μαζί με την απόσταση
και σαν ψέμα ακούω τη φωνή σου, απίστευτη κι άπιαστη
μες στο σκοτάδι των ημερών ..."

N.

Κυριακή 19 Απριλίου 2009

A2N : 12 “..pain is the most necessary illusion..”

“..Όποιος πόνεσε μέσα στη ζωή, όποιος έκλαψε σαν μικρό παιδί
τώρα τίποτα πια δε σου ζητά μόνο στ' όνειρο θα σ' αναζητά.
Άσπρο περιστέρι μες τη συννεφιά ..”
Ν.Γκάτσος /Μ.Χατζηδάκις

pain is the most necessary illusion-46589556_0cd6ee3d04_m«..Στο χρόνο το δικό σου αποφασίζεις.. Κι απ τους πυλώνες μου περνάς και εισβάλλεις σαν τη Θάλασσα. Σαν θάλασσα, σαν κύμα από σεισμό φερμένο και σαν άνεμος κυκλωτικός και στρόβιλος. Και στο μυαλό παράλυση και στους νευρώνες μέγγενη και στους αρμούς αγκύλωση και καύμα των μυών. Κι ώσπου ν αντέχω, κι ώσπου να 'είμαι', εσύ σφιχτά θα με κρατάς να μου ορίζεις όρια. Και στην ανάσα μου θα ορίζεις περιθώρια κι ακόμα και σ αυτούς τους λογισμούς κι επικυρίαρχος και πορθητής και αλαζόνας θα μένεις φορτικά και θα εμμένεις κέρβερος και απειλή και πείσμων. Κι ώσπου ν αντέχω, αγαπημένος και παιδί μικρό, σφιχτά απ το χέρι με κρατάς. Κι υστέρα, κι ύστερα το χέρι δίνεις, το χέρι μου το δίνεις στους εχθρούς. Στο Φόβο, εσύ με παραδίνεις θύμα, θυσία, διαφυγή ή ευεργεσία. Κι έρχεσαι αντίπαλος και δάσκαλος και γνώστης και σοφός. Σινιάλο θύελλας ερήμιν και χαμού και τέλους προάγγελος και προστασίας άγγελος και τιμωρός μαζί. Στο δέρμα και στα κόκκαλα και στους αρμούς εισβάλλεις και κάθε σπιθαμή μου ληστεμένη και γυμνή και τετραχιλισμένη νερό και χώμα στα χέρια τα δικά σου αφήνει ταπεινά. Κι από τους δρόμους της ανάσας μου περνάς κι απ τα τοιχώματα, που στρόβιλοι του αίματος περνούν κι ίχνη χαράζουν και περάσματα και διαδρομές με το ρυθμό των παλμών και με του πάθους και των πόθων τους ρυθμούς και στο crescendo κάθε φόβου, ακόλουθος και αυλικός και κόλακας στο χρώμα της χολής και μισερός προδότης. Και στο κατόπι παίρνεις την ανάσα και την πνοή και στους μυκτήρες απολήγεις στεναγμός και καύμα της ψυχής στα χέρια σου, που πάσχει. Και ήχος βογγητών και σπάραγμα βουβό και ψίθυρος και ικεσία των σπλάχνων και των εγκάτων κάθε λογισμού της λογικής και της καρδιάς των πληγωμάτων της αγάπης. Το ίχνος και η μνήμη σου μαύρες γραμμές, διαδρομές φωτιάς στα κίτρινα χωράφια με τις θημωνιές και τα θερίσματα -συγκομιδή των χρόνων και των λόγων και της βαθιάς της πεθυμιάς της ξεχασμένης κι εκείνης που δεν έστερξε τόπο να βρει κι αέρα και τρόπο και φωνή, να δώσει το παρόν στο κάλεσμα και στ όνομά της να φωνάξει: ‘Είμαι !’. Σε είπαν δαίμονα και ερινύας αυλικό. Σε είπαν δύναμη ανάσχεσης και πλήγωμα και γνώση και προστάτη. Σε είπαν αίσθηση του χρόνου που διαρκείς και της φθοράς παραίσθηση και αναπόφευκτη στροφή πριν απ το τέλος της διαδρομής μέχρι το φτάσιμο για ‘'κει’ .. Σε είπαν κόλασης ιδέα και προάγγελο και παραδείσου τίμημα και οφειλή κι αντάλλαγμα και δάνειο ζωής κι υστέρημα και πίκρα .. Μα εγώ σε νιώθω μέσα μου. Και πάνω μου. Και γύρω μου. Και εκτός .. και σε φωνάζω ΠΟΝΟ ..»

A^j^

Κυριακή 12 Απριλίου 2009

“..rien ne va plus ..”

red light“..Πέρασε, πέρασε ο Αχέροντας, πάγος νερό και νύχτα κρύα, γύρω στις τέσσερεις που αλλάζει βάρδια ο ύπνος ή που γυρίζει άσκοπα πλευρό στα νέα του αδιέξοδα… Τα νέα ψέματα να ντύσει με προσχήματα και να ντυθεί με των ονείρων τις προβιές , εφιάλτης πάντα πλάνος και πανέξυπνος μα πάντα εφιάλτης κι όνειρο ποτέ ... Και με δύο χέρια και δύο μάτια μάρτυρες και φράχτες των ενδότερων και φύλακες και Κέρβεροι και φοβεροί. Πέρασε, πέρασε η κοιλάδα η κίτρινη των ώριμων σταχυών με τις πελώριες θημωνιές -τόπος γι απόσταμα στο καύμα των μεσημεριών, τόπος που μύριζε το φρέσκο χώμα κι η υγρασία. Κι η απέραντη η θάλασσα και ο Βυθός.. Ο Βυθός που ανεξερεύνητος στοιχειώνεται μες στα καρτέρια των βράχων τ’ απροσπέλαστα.. Και αποχαιρέτα πάλι μιαν Αλεξάνδρεια και τους Βαρβάρους της μαζί -τους τιμητές της. Και τόπο κι αίσθηση -(ου)τόπο και (ψευδ)αίσθηση- αποχαιρέτα, μέσα στη νύχτα που εφευρίσκουν διαφυγές και αποδράσεις, ξωπίσω κροταλίζοντας σαν ντενεκέδια μ’ ένα παράξενο σκοινί σε θορυβώδη εξάτμιση πιασμένα. Κι ο θόρυβος και οι σιωπές κι παύσεις και η στίξη και οι ορίζοντες και όλο το φάσμα χρωμάτων και αποχρώσεων. Και οι ήχοι με τις χροιές και τις ιδιοσυχνότητες και τις λεπτές εκφάνσεις τις ανύποπτες για τους ανυποψίαστους.. Πρόλαβε, πρόλαβε κρύψ’ τα κι άστα εκεί.. Σιωπή και πάλι.. κι άστα εκεί, για κει που αντέχει νόημα και λόγος και διάκριση. Όπως τους πρέπει, όταν κι αν και όποτε θα γίνει μπορετό για ένα Βυθό ν’ αξίζει μια Ιθάκη -ή μιας Ιθάκης άρνηση ν αξίζει ένας ..Βυθός ..”

A^j^

Τετάρτη 8 Απριλίου 2009

“.. ποτέ, κανείς, ..υπεράνω τελικά (;) ”

“..Πάντα τους είχες μέσα σου κι όμως αυτάρεσκος, κρυψίνους, φειδωλός.. πλανεύεις το κενό να σε φωνάξει,'περιεχόμενο'.
Κοίτα τη σκόνη, μας περιέχει στον κουρνιαχτό.
Σύρε το βήμα ν αφήσεις ίχνη στην υστεροφημία σου ..”

(..το σχόλιο)

La Virgen dando una azotaina al Niño-detail -Max Ernst

A^j^

Τρίτη 7 Απριλίου 2009

Δευτέρα 6 Απριλίου 2009

"...Άστεγος, γυμνός..."



"...Η αλήθεια μας..."



(εφηβικό σχέδιο - για την Μ.)

"...Red..."




"...κι έπειτα είναι που νιώθω πως σε παρασύρω στο κενό
κι έπειτα πως ούτως ή άλλως κι εσύ στο κενό πως πέφτεις..."

Ν.

Παρασκευή 3 Απριλίου 2009

A2N : 11 “ Στο περιθώριο ..”


DSC00424a..των σημειώσεων .." : 27-31 Μαρ 2009)

( ".. την ώρα του απo-λογισμού, θα μαζευτούν της μνήμης σου οι υποδοχές να σε προϋπαντήσουν μες τις πολύβουες ζωές των άλλων γύρω, που θα γυρεύουν, θα γυρεύουν, θα γυρεύουν δάνεια και μερτικό απ το δικό σου το καρβέλι. Απ το καρβέλι, το αχνιστό ακόμα στα χέρια σου, που όλα τα ψίχουλα ορίζουν το δικό σου το υστέρημα του Χρόνου της ανοχής και του Χρόνου του μελλούμενου. Και τί απομένει και τί σκορπίζεται; Όλα σκορπίσματα και δάνεια και χρησμοί ευκολίας και σκοπιμότητας, που ιριδίζουν στον Ήλιο σαν λεπιδόπτερα στα έλη και σαν το δέρμα το διάφανο εφήμερων φυσαλίδων, που ξεγελούν με σχήματα ονειρικά τα μάτια σου και καταλήγουν στάλες στο άγγιγμά σου, στην ανάσα σου, στην προσμονή σου να διαρρήξεις, να χωρέσεις, να γίνεις έμβρυο στα σπλάχνα τους, υγρό ζωής, πυκνό και διάφανο, πλακούντας προστασίας στο εύθραυστο πολύχρωμο βιτρό τους .. Και λέξεις, περιέχουσες και περιεχόμενο των λογισμών σου, νεογέννητες και ανάδελφες που ανόμοιες νάναι μα σαν κομμάτια σπασμένης πορσελάνης να ταιριάζουν και σαν το γάντι του δεξιού σου του χεριού ...

. Και τώρα εδώ, παντού και μακριά απ όλα, κι απ’ έξω κι υπεράνω και σε απόσταση ασφάλειας, θα νοιώθεις, θ αφουγκράζεσαι, θα υποθέτεις περισσότερο τους ‘άλλους’ κόσμους μέσα σου και τα σύμπαντα αλλήλων και τα ημέτερα και 'κείνα τα παράλληλα και τα συντρέχοντα. Κι από μακριά θα ξεκινάς, από τις άκρες των ονείρων κι από τα όρια και με απορία σαν μικρού παιδιού θ αναρωτιέσαι αν τάχα μεταξύ τους συμπληρώνονται ή γίνονται παραπληρώματα αλλήλων. Κι όλο το κόκκινο το νήμα θα ζητάς, που ακριβώς στη μέση τα διαπερνά και τα ενώνει και άλλοθι και τόπο σου ορίζουν να χωρέσεις και κτήμα σου νάναι εκεί κι ορίζουσα και συντεταγμένη των ονείρων και των ποθούμενων και τόπος να σταθούν .. Και θάναι πορφυρό σαν αίμα και σαν πόνος και σαν αγάπη και σαν τοίχος βαμμένος παιδικός με αδέξια λαξέματα μελάνης και νερομπογιάς. Και μια θηλιά –στο το χέρι θα κεντήσω, το δάχτυλο το μεσιανό να τυλιχτεί και να το σύρεις νύχτα στο προσκέφαλο και στα ταξίδια των νεφών του στερεώματος, που βλέποντάς τα μύθους πλάθεις και μορφές και αγαπημένα πρόσωπα και φόβους και εφιάλτες και σχήματα ηρωικά και αγέρωχα και φοβισμένα και τεράστια και εφήμερα, στον άνεμο που σκορπούν και χάνονται στο φύσημά του. Και διαλύονται. Και παίρνουν και τα όνειρα μαζί. Και τα παλάτια της άμυνας. Και κάθε λογισμό ..

.. Και μένω, μένω εκεί να σε κοιτάζω με τις οξείες τις γωνιές της απορίας και τις αμβλείες της απόγνωσης και της ανάγκης, να βρω τη φράση την κρυμμένη και το νόημα και το κλειδί για κάθε κλειδωμένο συνειρμό. Κι εκείνο το σωμάτιο, το Ένα και το μόνο και το ανάδελφο της Μιας θεωρίας, που όλα σε ένα τα περιέχει και περιέχεται στα όρια των λογισμών και ακροπατεί πότε από δω, πότε από κει και πότε χάνεται και ταξιδεύεται για “αλλού”.. 'Εκεί', εκεί που μόνη νιώθω. Και φτωχή. Και λίγη. Με δίχως λέξεις να χωρέσει, να ειπωθεί, να γίνει ήχος, χρώμα, αίσθηση .. Εκεί που φτάνω ν ακουμπήσω μέσα σου, χωρίς τα λόγια, χωρίς τους ήχους, χωρίς τα χρώματα .. Εκεί που φτάνω “εκεί” που “είσαι” και που ξέρεις πως “είμαι” κι εγώ .. Κι απλά το ξέρεις .. έτσι ΑΠΛΑ .. τόσο απλά που μόνο μια τόσο “ματωμένη” διαδρομή “απορίας” και “θορύβων” θα με φέρει … Και μόνο μιά ματιά ή ένα νεύμα ή μία φράση απλή και ανεπιτήδευτη, θα γίνει βούτυρο απαλό και δροσερό στο καύμα των λογισμών και της απορίας. Επίθεμα και βάλσαμο και υπόσχεση και λόγος βάσιμος για μια ακόμα προσπάθεια, για μιά ακόμα ανάσα τελευταία .." )



A^j^

Πέμπτη 2 Απριλίου 2009

"...και έπειτα τίποτα μόνο εγώ και το καθρέπτισμά μου..."






"...κι όλος ο κόσμος να βυθιζόταν στο μηδέν
τούτη τη νύχτα
τη νύχτα των βλεφάρων
κι έτσι κι εγώ κι εσύ το τελειωτικό να ρουφούσαμε
όπως το μέλι στις πληγές που χάσκουν ακόμα
δάκρυα φρίκης δάκρυα χαράς
μια γλώσσα που πυορροεί μια γλώσσα που πλαταίνει
και ντυμένοι με το άγνωστο
να ξεγελούσαμε των παιδιών το βλέμμα
ντυμένοι με τη μοίρα
να ξεγελούσαμε το βλέμμα
το βλέμμα το βλέμμα..."