
Λεωφόρος Αχαρνών 395 - 14/10/09
".. και οι καθρέφτες του απογεύματος στη λίμνη του Νάρκισσου, πόσα κομμάτια γίνονται με την Πανσέληνο ; Κι απ το βυθό, το ανάποδο καθρέφτισμα στην επιφάνεια πόσα κομμάτια γίνεται για μια ανάσα αέρα ; "
".. Την έκπληξή μου θα κρύψω κάτω απ΄ τα νούφαρα της λίμνης σου και από τα φύλλα του κισσού κι από τον ήχο των φυσαλίδων που ανεβαίνουν με τη θερμοκρασία στην επιφάνεια. Και μέσα από την πράσινη και τη σταχτιά γλίτσα των φύλλων σε αποσύνθεση, θα ανασύρω μνήμες των νεαρών βλαστών, που αμέριμνοι φωτοπολυμέριζαν τη χλωροφύλλη τους την επιούσια σε κάθε βάρδια του Ήλιου, με τη συνέπεια της νομοτέλειας και της ανάγκης του να επιβάλλεται ηγέτης και αρχηγός και βασιλιάς και άρχοντας της μέρας και των καλοκαιριών.. Πώς να κρατήσω του εφήμερου την απάτη, την προσμονή και την ελπίδα μιας επιφάνειας και του βυθού την προστασία; Και πως ν απλώσω τη μορφή και τα κομμάτια μου στην επιφάνειά σου και την αφάνεια άλλοθι νάχω και διαφυγή; Την έκπληξή μου θα κρατήσω στη φούχτα, φυλαχτό και όπλο μυστικό και απλή απάντηση και άφωνη αποδοχή. Και θάχω απέναντι στην άμεση, την προφανή και την απάντησή μου την πιο επιθυμητή τη μάχη την άνιση να δώσω με κάθε εξάρτησης και πάθους και εθισμού ανάσχεση. Κι ανάμεσα σ ανάσες αλκοολικές και δάκρυα νικοτίνης φτωχός κι αδύναμος επαίτης των κυττάρων σου θα στέκομαι σε μια γωνιά να ζητιανεύω σταγόνες κλεμμένης ζωής από τη φοβική στατιστική του επέκεινα. Και ποιά απάντηση επιθυμητή χώρο και χρόνο βρίσκει ν' απλώσει την αλήθεια της στη δύναμη την άνιση της συνήθειας των χρόνων πίσω και στην υπεροχή του σεβασμού και της αποδοχής του 'γίγνεσθαι' και του 'είναι' του αλλότριου και του αγαπημένου; Την παγωμένη ώρα, λίγο πριν ξημερώσει, πνίγομαι στην αλήθεια μου και άλλοθι βρίσκω στα όνειρα που αρχίζουν ή που τελειώνουν πριν τερματίσει ο ύπνος τη βάρδια της νύχτας και πριν φορέσω τη στολή παραλλαγής .. Πόσα κομμάτια θα μετρήσω ως την αλήθεια μου;.. Πόσα κομμάτια περισσεύουν απ΄ την αλήθεια μου και πόσα ακόμα κρύβονται στου χρόνου τις πτυχές; Λόγια, λόγια και σκέψεις άδηλες και σιωπηλές.. Σαν ξημερώνει, το σκοτάδι είναι ακόμα πυκνό. Και κάνει κρύο. Αυτή την ώρα γυρεύω στων σπλάχνων σου τη θαλπωρή και στο ρυθμό του αίματος, νήμα και νόημα για το λαβύρινθο και για την απορία. Γυρεύω απ την ανάγκη σου να σπλαχνιστεί την αγωνία μου και στο crescento των παλμών σου αναζητώ μια επιβεβαίωση, μια επαλήθευση στην πράξη της δύσκολης αφαίρεσης του περιττού 'Είμαι' και της διαίρεσης του ακέραιου 'Εγώ'. Να κάνει την ανατροπή προσθέτοντας.. Και μια υπέρβαση, πολλαπλασιάζοντας ό,τι πολύτιμο κι ό,τι δυσθεώρητο κι ό,τι ελάχιστο κι ό,τι κρυμμένο ή ό,τι ανομολόγητα κατακτημένο πέρα από κάθε προσδοκία ή δεδομένο σύμβασης.. (Και μένω 'Εδώ' κι εμμένω ''Δον Κιχώτης' αμετανόητος, νάχω με ανεμόμυλους να μάχομαι χωρίς απάντηση προφανή σε όποια ερώτηση. Και μόνο εσύ γνωρίζεις τις κερκόπορτες κι ορίζεις καί της άλωσης καί της πολιορκίας τις στρατηγικές.. )
-Σαν ξημερώσει, αν είσαι 'Εκεί', όμορφα ο Ήλιος θ΄ ανατρέψει φόβους με την ψευδαίσθηση της θαλπωρής και την υπόσχεση μιας επανάληψης.. "
A^j^