Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

".. Το πάντα, το ποτέ και το ερωτηματικό του 'πότε ;' .."

.

.

.'..και φεύγουν οι μνήμες σαν θρύψαλα, αυτά τα μεγαλεία της σάρκας..' Ν. Κυπριωτάκης

'

.

Ο χρόνος
-το ενδιάμεσο κενό

Το καινό των λογισμών
Το κενό
σαν τρέχεις
στη φορά του χρόνου
κι όλα ξεμένουν πίσω
πια
Με τέχνη

και αισθήματος σπουδή

μεταβιβάζουμε
τα υγρά μας κύτταρα
Πότε σαν πρόφαση γενετική
και πότε σαν επιθυμίας επίφαση ...

και πάντα η Μνήμη
η μνήμη της αφής
πάνω στο δέρμα
φυλάει Θερμοπύλες της σάρκας

πριν
ξεπροβάλλει ο Εφιάλτης
κι αυτομολήσουν τα υγρά
στο χώμα
Και πριν
μεταλλαχθούν
οι στρατιές της οσφύος σου
σ’ απλά στοιχεία
αναζητώντας

δοχεία συγκοινωνούντα
της αγωνίας σου

πριν
γίνεις μνήμη
και αέρας
και ανατριχίλας θρόισμα
ανάμεσα σε μάρμαρα σιωπής.

.

.

Α^j^

Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2010

Primary key at second hand



.

.
.
Οι λέξεις
στα χείλη

(ξεχειλωμένο πουλόβερ
του μεγάλου αδερφού

μ΄αγκώνες τριμμένους
και φαρδιά μανίκια…)

.

.

.



"Εν αρχή ην ο λόγος.." Κατά τον Ιωάννη 1:1"Από πολλούς κι' από καιρούς όλα ήταν ειπωμένα .." - Κ. Βάρναλης "Η Μαγδαληνή""To speak is to fall into tautology.. " Jorge Luis Borges: dhcmrlchtdj "The Library of Babel""Everything's already been said, but since nobody was listening, we have to start again.." André Gide


A^j^

Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010

Γλώσσα











































Με όλες τις λέξεις πάνω, πάνω σ' ένα κουρασμένο κορμί
ο κορμός, τα πονηρά μάγουλα, στο στέρνο τα επίθετα μάτια και το στόμα,
η γραμματική του ελέγχου και του χρόνου
ή η δομή και η σύνταξη της αντανάκλασης της ύλης, μια λαμπερή ουσία,
η πίεση στα πόδια, ένα ανεκπλήρωτο επίρρημα,
γραμμές γραμμές οι όροφοι των λέξεων, το τσιμέντο και το σίδερο
κι έπειτα η κάθετη, η σταύρωση, η κλίση της γης, η κλήση του κόσμου, η φωνή της ανάσας.

Στο λαιμό μια κατάποση πικρή, στα σπλάχνα η φουσκωμένη θλιβερή βλέννα, και είτε στο φως είτε στο σκοτάδι, αυτή η γκρίζα παρελθούσα ύλη της όρασης, το σώμα σου ή τα ρούχα σου, πενήντα χρόνων ξεθωριασμένα αντικείμενα, χέρια και σάρκα ξεθωριασμένες
και το μυστικό ακόμα ή το ημερολόγιο του πρωινού στο δελτίο του σώματος ή ο ήχος του ρολογιού ή η ανάσα της μέρας εκείνης.

Έτσι ολόκληρος λέξη τη λέξη, ένας κορμός από βιαστές και βιασμένους, ένα κουτάλι, ένα άρθρο στη φωνή ή πίσω απ' το βλέμμα ή πίσω απ' τη σκέψη, μια καθυστερημένη, άγονη ιδέα, μια αντωνυμία απ' την τηλεόραση, που προεκτείνεται, ή μια γραμμή ανοξείδωτη του ραδιοφώνου, τότε που η λάξευση ή η οπή, δίνεται στα χείλια, στα χείλια και η άτολμη θλίψη. Κι έτσι με το θλιβερό χαμόγελο της λέξης υπήρξα, τα χέρια ψηλά που με ληστεύουν, ή τα χέρια που ασελγούν, κι εγώ ένα ημερολόγιο άδειο, οι φονικές αδιάλειπτες σειρές των γραμμάτων, στη φωνή ένα σίδερο ή ένας σουγιάς, στο στήθος είχα το όνομά μου, στην κοιλιά τον επικήδειο ασπασμό του, κι αυτή τη λέξη που ξυπνά μ' ένα λάκτισμα με μια γερή κλωτσιά στην κοιλιά, απότομα, ή στους γελοίους κροτάφους, και πετούν στον αέρα τα αντικείμενα, τα τηλέφωνα, τα μολύβια πάνω απ' το χάσμα και σκάνε στη γη έπειτα με τον ήχο της διάλυσης ή της καταστροφής, σπασμένα πρωινά όνειρα, ένας άνθρωπος γάτα πίσω απo ένα κλειδί δεμένο σε κλωστή, μια ομάδα από ζωόμορφα μέλη, κι εσύ κι εγώ στην έπαυλη με τα πολυτελή αγάλματα και τα μαξιλάρια.

Ολόκληρος κορμός σφιχτός, κι αυτή ηπίεση των εικόνων λέξεων, σ' ένα σύμπαν κι ένα δίχτυ από παλλόμενες γλώσσες. Στο στόμα μια ρίζα κόκκινη που ξεδιπλώνεται στο χώρο και σπαθίζει το χώρο, που πλαταγίζει μ' ένα σύρσιμο παχύρευστης οράσεως, μ' ένα είδος αχλής από όνειρα της ηδονής ή της ιστορίας του χρόνου, παθητική φωνή ή ενεργητική, απλωμένη στα σκαλοπάτια με την κοιλιά ή τη ράχη, από εκείνη τη στιγμή της αφηγήσεως, ή όταν εκείνη άνοιξε την πόρτα και βγήκε, θολές εικόνες σ' ένα απομεσήμερο της σάρκας, λέξεις ραβδιά που τρυπούν την ουρά μου, κι έτσι μες στο αέρα των κοφτερών ρημάτων, κύλησα κυνηγημένος ως ένας σταυρός στο μονοπάτι και πέρα απ' την πόρτα και τα θαμνωτά περιβόλια τα θαμπά φώτα της κίνησης στο δρόμο κι ένας στρατός από ντυμένες θλιβερές όψεις, το βάρος τους και η βαρύτητα της γης που επέστρεψε άγονη ή φθονερή, λαξεύοντας διχαλωτές παλάμες ή αγαπώντας να τρυπά τη συνείδηση με αυτή τη δύναμη του σώματος που υποφέρει, και να κρεμά τις απολήξεις τους ανάποδα ψηλά σ' ένα συρμό των υδάτων των υπογείων.

Έτσι ψηλά, ψηλά πάνω απ' τα κεφάλια των άρθρων, στέκονται τα παρα-μυθικά, τα παρα-νυμφικά, τα διάστικτα αλάβαστρα των λήψεων, τα παρα-ληπτικά στενώματα, οι παρα-βιάσεις των λεπτών υμένων, των χρόνων των ρημάτων, ένας διαρκής παρατατικός των βασάνων, ή μια ευχετική παθητική φωνή, που διαρκώς μέλλεται ή συντελείται, κι απέναντι, στόματα κόκκινα με δυνατά λαγόνια πυορροούν και φτύνουν μια εντατική προστακτική, μια κλίση του απάνθρωπου, την κόκκινη παθητική φωνή της γλώσσας και του σώματος, την οδοντική σύνταξη της μετοχής μας ή της ζωής, ένα σύρμα υπερσυντέλικο κι οριστικό, πάνω από το εξακολουθητικό αόριστο της ύπαρξης, μια βαθιά χαραγή απ' το σουγιά του υπάρχω, και το επίρρημα μονάχα, εδώ, μονάχα εδώ, ή ένα επίθετο που μεταλλάσσεται, μονάχος, μονάχος εδώ, ένα υποκείμενο πλαστό και ψευδαισθητικό, εγώ, εγώ κι εσύ, ο κολοφώνας των απολήξεων των ρημάτων κι αυτή η γλοιώδης γλώσσα της πείνας.

N.





































Jindrich Styrsky