(Ν.) ...

Η γνώση της δυστυχίας στα χείλη,

άνθρωποι που γνωρίζουν καλά

το χάος,

και απ' τα χέρια μου στάζουν τα βλέμματα,

σκεπάσματα πλατιά,

μια τρυφερή σφαίρα άγχους,

ένας θόρυβος διαστολής στους σωλήνες,

τώρα που προσπαθεί να αλλάξει ο καιρός,

κι απ' το παράθυρο προβάλλει χαμογελαστός

ο θάνατος,

μ' ένα πέπλο στο λαιμό και τον άνεμο σύμμαχο

και από τα χέρια μου η άμμος σύρεται και πάει

σε λαμπερούς μύλους,

σε λαμπερούς βράχους,

και πέφτει το φως λοξά στο θόλο

και ανήμπορη τη μνήμη φυλακίζει ...

















Χρόνια θα ζουν

αντέχουν, σιγά σιγά

τα σαπούνια, οι κρέμες, τα μάλλινα

ένα βλέμμα απ' το μπουκάλι

κι ένα φως στο γυαλί


μια πνοή αφήνεις να αιωρείται στο δωμάτιο

και δειλιάζει ο χρόνος,

κρύβεται ο κόσμος στη νύχτα

τελειώνει η ζωή μας,

η αντοχή μας

έτσι που ψάχνουμε τη λέξη

που στυλώνουμε τους τοίχους

και απλώνουμε λεπτά νήματα,

να κρατήσουμε τη νόηση


Χρόνια θα ζούν

υπάρχουν εκεί,

κι εσύ φεύγεις

φεύγεις γι' αλλού,

πιο ψηλά, πιο χαμηλά,

εκεί που οι άνθρωποι πάνε

μ' αυτή την αόρατη λάμψη,

μ' αυτή τη θλιβερή πλάνη,

γρήγορα ή πολύ αργά,

τι σημασία έχει;


πας ψηλά, φεύγεις,

τι σημασία έχει;


το νερό,

το φιλί,

το ψωμί,

ο πόνος,

η σιωπηλή ένταση της ύλης,

αυτή η φυλακισμένη πνοή που ξενυχτάει,

η συστολή ή η διαστολή του κενού,

η μούχλα στις άκρες της ύπαρξης,

αυτή η συνθήκη των πλαστικών οντοτήτων,

τα κεραμεικά στολίδια,

η πληροφορία της απελπισίας,

το απέλπιδο νεύμα,

το νόημα του γράμματος,

η τύχη που βγαίνει κυνήγι,

το προσκέφαλό σου

με μάτια κλειστά,

η κάτοψη του κόσμου,

η διατομή των κορμών,

οι σεισμοί του φλοιού,

οι διακυμάνσεις του δέρματος

τα δάκρυα της χαράς,

τα σήμαντρα των απολαύσεων,

οι κλειστές πόρτες,

η σήψη,

η αράχνη που κατεβαίνει

αθόρυβη,

κι αυτή που αργοπορεί στις γωνιές

και ξεθαρρεύει ...


Τι σημασία έχει;

έτσι που δειλιάζει η μορφή

μπροστά στην ουσία


τι σημασία έχει η σημασία

αυτή την ώρα της διάλυσης

την ώρα της διάχυσης ...



















φυλάγομαι απ' τη ζωή όπως η πεταλούδα απ' το φως
και παίζει λοξά η τομή στο παράθυρο
με το κρύσταλλο του χώρου
κι ανοίγει το βλέμμα μου στα δυό
και φαίνεται το τίποτα, μεγάλο και άσχημο,
κουφό, τυφλό, ασήμαντο,
μ' ένα μεγάλο λεκέ στην κοιλιά
ξανθό, σκοτεινό,
με μια κόκκινη κηλίδα στο μέτωπο ...

εκεί, που;
εκεί, εκεί ...

Ν.